Στα δεξιά η κρεμάστρα. Αφήνω τα χρώματά
μου πλάι στα ρούχα, βάζω σκούρες πιτζάμες μοναξιάς, να μην διακρίνομαι εύκολα
στο σκοτάδι, παίρνω τα βιβλία απ' το κομοδίνο, τα στήνω κάστρο γύρω από το γραφείο,
δεν μπορούν να με δουν όταν μπαίνω μέσα τους ή όταν κλαίω, μόνο εγώ από τις μικρές
πολεμίστρες βλέπω αν νύχτωσε. Πατώ το on στο laptop, μετά βγάζω τα χέρια μου, ξύλα ξερά, και τα χώνω στην
γλάστρα μπρος στο τζάμι μπας και βλαστήσουν αγκαλιά. Όλα τα chats έτοιμα, οι φίλοι χαμογελούν στο facebook και γω τους στέλνω καρδούλες. Κάτω
απ' το κρεβάτι όλα τα παπούτσια μου άθικτα, γιατί αυτό που έκανα ήταν κανένα
βήμα την φορά. Πίσω απ' το εικονοστάσι κρύβω το στιλέτο, ακόμη το ψάχνει
ο μπαμπάς μου. Αν μπεις στις 12.15 θα δεις να γυαλίζει την αντανάκλαση της
σελήνης στα μάτια μου, σαν υπενθύμιση πως η ώρα έρχεται. Η ώρα που θα το
πάρω και θα κάνω μια τομή στην κοιλιά μου, κάτω από τον αφαλό, σε σχήμα
χαμόγελου. Από εκεί θα γεννήσω τα δυο ολόιδια παιδιά μας. Αυτά θα πρέπει να
χαμογελούν. Θα πάρω και τα χρώματα μου απ' την κρεμάστρα και θα τα ρίξω πάνω
τους. Πρέπει να τελειώνει επιτέλους αυτή η αηδία με τη μαύρη τρύπα στην καρδιά.
Ερασιτέχνης Άνθρωπος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου