Είκοσι πέντε χρονώ χρόνος
κι ακόμα σε νανούριζω
ακόμα σου αλλάζω πάνες
και σε λέω μωρό μου
αράχνη στοργική
σου πλέκω
κουνουπιέρα από λέξεις
για να κοιμάσαι πιο βαθιά
σε μαλακά επίθετα
σβήνω το φως μη σε ξυπνούν
τα επιφωνήματα
ισόβια κατοικώ στην άκρη
της ντουλάπας σου
κρατώ τα ρούχα
ατσαλάκωτα στο σχήμα
των διαδοχικών σωμάτων σου - ψήλωσες
τα σεντόνια σου αερίζω
στο φως
να δω τις χθεσινές φωτογραφίες
που άφησες επάνω τους
κοιμήσου
αυτό το μεσονύκτιο όνειρό σου
εκ προμελέτης το γνωρίζω
δεν έχω λόγια να σου δώσω
μόνο βλέματα
ένα ευρύχωρο σκοτάδι ν' ακουμπήσεις
και μια μικρή σιωπή να ξεκουράζεις
τη φωνή σου
είμαι η λαβή της ομπρέλας όταν βρέχει
το φρένα του αυτοκινήτου πάνω στη στροφή
είμαι ρολόι που σταματά να μην αργήσεις
φωτάκι δρόμου στις γωνιές του ύπνου σου
πλήκτρο του enter στις οθόνες του καιρού
γίνομαι καθετί που σκέφτεσαι ν' αγγίξεις
γίνομαι αέρας για να μη φυσά
κλαις
και τα δάκρυά σου τρέχουν
απ' τα μάτια μου
το στόμα σου ανοίγεις και μιλώ
κεφάλι αγύριστο
και σου 'πα μην ξυρίζεσαι χωρίς σαπούνι
μ' έκοψες πάλι εδώ
στο αριστερό μάγουλο
από κάτω - πονάει
δεν ήπιες όλο το γάλα σου
ξεχνάω το χρόνο για το θηλασμό
ξεχνάω το χρόνο με την πρόφαση
του φθινοπώρου - άργησες
πόσα φθινόπωρα καλοκαίρια χρόνια τώρα
δε σε μεγαλώνω
χρόνος πάνω σε χρόνο
μνήμη που ανακαλύπτει τον τροχό
και τη φωτιά
μέσα στο βλέμμα σου ατονεί
η πιο μεγάλη παρομοίωση
φάντασμα ονείρου πανταχού παρόν
σαν αλογάκι είσαι και σαν ζαρκαδάκι
σε μελετώ τις νύχτες
δύσκολη σπουδή στα άσπρα
πλήκτρα ξαφνικής βροχής
όταν ξαναμικρύνω θέλω να σου μοιάσω
αγύριστο κεφάλι
μην περιμένεις γιο μου να σ' αποκαλώ
αφού καλά το ξέρεις
είσαι ο πατέρας μου
και κάθε μέρα με ξαναγεννάς
Γιάννης Ευστασιάδης
(ποίημα από το βιβλίο του "Κιβωτός", Ύψιλον, 1998)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου