Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Σε βρίσκει η ποίηση




Εκεί που αναγνωρίζεις πως δεν αγάπησες όσο σ' αγαπήσαν
πως ήθελες την απόλαυση μόνο για να την ξαναγευτείς
πως γύρευες περιπέτειες μόνο για τις αφηγείσαι αργότερα
πως μοιραζόσουν σε κομμάτια που λειτουργούσαν χωριστά
αναζητώντας τον μεγάλο έρωτα στην πολλαπλή εκδοχή του
πως κι αν τον συναντούσες είχες τόσα κενά, τόσες αντιδρομές
που σε βασάνιζε πιο πολύ απ' ό,τι η απουσία του
εκεί που τα χάνεις άμα ένα πάθος, ακόμη και φευγαλέο
ανατρέπει όσα είχες σιγουρευτεί πως τα ελέγχεις
που ψάχνεις να βρεις τι πράγματι έγινε
και η αγνοημένη ηδονή μεταμορφώθηκε σε μίσος
που δεν επιχειρείς να εξαγοράσεις, δεν αφήνεσαι να εξαγοραστείς
που υποκύπτεις, εκλιπαρείς, τα δίνεις όλα χωρίς επιφυλάξεις

που απαιτείς αποκλειστικότητα, βιαιοπραγείς από ζήλεια
που όλα σου παραδίδονται άνευ όρων, βέβαια στην αρχή
εκεί που φτάνεις να πιστεύεις πως οι έρωτες
μόνο μέσα στην επανάληψη μπορούν να επιζήσουν
κι απρόσμενα ένας έρωτας κορυφώνεται σε αγάπη
ενώ εσύ, το ίδιο απρόσμενα, προσπαθείς να πεις πως αγαπάς...

Εκεί απάνω σε βρίσκει η ποίηση.



Τίτος Πατρίκιος

(απόσπασμα από την ποιητική του συλλογή "Σε βρίσκει η ποίηση", Κίχλη, 2012)






Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

Το γραφείο μου




Αυτό είναι το γραφείο που κάθομαι
κι αυτό είναι το γραφείο που τόσο αγαπώ
κι αυτή είναι η γραφομηχανή που κάθεται μπροστά μου
εκεί που χτες μόνο το σώμα σου καθότανε μπροστά μου
με τους ώμους του μαζεμένους σαν αρχαίος χορός
με τη γλώσσα του σαν βασιλιάς ν’ αυτοσχεδιάζει νόμους
με τη γλώσσα του σαν της γάτας ανοιχτά να γλείφει γάλα
με τη γλώσσα του…κι οι δυο μας περιελιγμένοι στη γλιστερή ζωή της.
Αυτά εχτές, την ημέρα εκείνη.

Αυτή ήταν η μέρα της γλώσσας σου
της γλώσσας σου που ηρθ’ απ’ τα χείλη σου,
που μου ανοίγουν, μισά ζώα, μισά πουλιά
μαγκωμένα στην εξώπορτα της καρδιάς σου.
Αυτή ήταν η μέρα που ακολούθησα του βασιλιά τις διαταγές
περνώντας απ’ τις κόκκινες και γαλάζιες φλέβες σου
τα χέρια μου κατέβαιναν τη ραχοκοκαλιά,
γοργά σαν το σωλήνα της φωτιάς
Τα χέρια μου στα πόδια σου ανάμεσα όπου αναδεικνύεις
την μέσα γνώση σου,
όπου ορυχεία διαμαντιών είναι θαμμένα
κι ανεβαίνουν για να θάψουν
ανεβαίνουν πιο απροσδόκητα κι απ’ αναστηλωμένη πόλη.


Ann Sexton




Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

Να σου πω πως έχουν τα πράματα



ΔΙΚΟ ΤΗΣ


Να σου πω πως έχουν τα πράματα.

Κάθε που της μιλάω,
τρώω τα χέρια μου.

Όταν με βλέπεις γεμάτο σημάδια,
με το ταβάνι τα ‘λεγα
για κείνη.

Να σου πω πως έχουν τα πράματα.

Όταν σε δω,
θα δέσω πάνω σου τα μάτια μου,
να σε χορτάσω,
και θα σφίξω τα χείλη,
μην ακούσεις τ’ όνομά σου.
Θα οργώσει τη γλώσσα μου,
θα μου ματώσει τα ούλα,
θα σκαλίσει τον ουρανίσκο,
κι όπως γυρνάει στο στήθος,
θα γδάρει μια φορά ακόμα
τον οισοφάγο μου.

Όταν σε δω,
θα πιω τις βροχές,
θα δαγκώσω τα σύννεφα,
θ’ αγκαλιάσω τον ήλιο,
κι όταν εκείνος ξαπλώσει,
θα δέσω τα παπούτσια σου
μ’ αχτίδες της σελήνης για κορδόνια.

Κι αν μου γελάσεις,
θα δαγκώσω ξανά το κάτω χείλος,
στο σημείο το ίδιο,
να ‘χω επάνω μου
ουλή που να σου ανήκει.

Να σε φοράω.

Κι εσύ να με τραβάς,
κάθε που αλλάζει ο καιρός.



ΤΟ ΧΡΩΣΤΑΩ


Ορίστε:

Ο χρόνος,
διαφέρει στο ζύγισμα.
Κι όλοι,
εμπιστεύονται
το δικό τους καντάρι.

Ο χρόνος,
μοιράζεται
στα μάτια ανάμεσα.
Και πίσω τους.

Κι έχεις γαμώ,
το πιο όμορφο σχήμα,
που είδα ποτέ μου.

Εφόσον έχασα,
πρέπει να μάθω
το χρόνο το δικό σου.

Έχει μέρες που
για σένα κοιμάμαι.
Για να σε βλέπω,
να σε φωνάζω να ‘ρχεσαι.
Και για να περνούν.

Οι ώρες που λείπεις.
Κι όταν μου λείπεις,
ο δικός μου ο χρόνος,
όλο με στήνει.

Στον καναπέ αποκοιμιέται
ο μπάσταρδος.



Ο ΛΟΓΙΣΤΗΣ


Και κάπως έτσι, άρχισε ο Μάρτης ο δικός μου.

Βρέχει μέρες.
Τις σταγόνες
τις άκουγες.
Κι αν δεν έτρεμα,
θα τις μετρούσα κιόλας.
Να σου φέρω,
σ’ αριθμούς και νούμερα,
πόσες φορές
είχες στις τσέπες σου
τα κλειδιά
του κόσμου μου.



ΕΣΥ ΕΚΕΙ


Αυτή τη φορά, ας μιλήσουμε για επιλογές. Ζωής.

Μα αλήθεια,
θα περάσεις τα χρόνια σου
ποτισμένη από ομίχλη,
μ’ έξωση απ’ τον παράδεισο
στα χέρια και τα μάγουλα;

Γάμα τον σπιτονοικοκύρη σου.
Σβήνε τα φώτα όταν κοντεύει,
και πες μου μόνο,
πως γίνεται
ν’ αλλάζεις τον ήλιο τον δικό μας
για έναν
που δεν σε ζεσταίνει.

Μέσα κι έξω.



Κωνσταντίνος Παπαπρίλης Πανάτσας

(αναδημοσίευση από το http://word.youropia.gr/authors.php?id=7)




Σάββατο 21 Μαρτίου 2015

Τα νέα μου




Κατά τα άλλα, τρώω περγαμόντο για να ξημερώσει.
Και γράφω ποιήματα για να ερωτεύομαι σωστά.



Οδυσσέας Ελύτης

(απόσπασμα από την ποιητική του συλλογή "Εκ του πλησίον", Ίκαρος, 1999)



Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

Ο κήπος, η γυναίκα και το νερό




Ο ΚΗΠΟΣ
Επέστρεφε στον ύπνο του συχνά
έψαχνε τα τοιχώματα
τα σκοτεινά της νύχτας

μισά κομμάτια

εύρισκε παλιούς πετάμενους καιρούς
στενές εικόνες
παιδί θυμόταν βρέφος
πως από τότε που μου πάγωσαν τα μάτια
πως είμαι ήδη
εφτά ημερών καιρός

ως τώρα μισό φεγγάρι φως

βγαίνει λουσμένο πιο λευκό
μυρίζει κήπο κι ευωδιάζει δάκρυ
μαζεύει τα μεσάνυχτα
τινάζει τ’ αξημέρωτα κι ανοίγει
να φυσήξουν τα σκοτάδια

πρόλαβα να μείνω ημιτελής

ως τώρα ακόμα κι έρχονται
ως τώρα πάντα και φυσούν
περνούν κλειστά κι ανοίγουν να φανούν
μπροστά, ψηλά και πάνω μου τα βάθη.



Η ΓΥΝΑΙΚΑ που ακούει τις βροχές
άπλωνε ψηλά
τα μαλλιά της στο παράθυρο
η γυναίκα που ακούει τις βροχές
τίναζε τα μαλλιά της κι άκουγε
τα πήλινα νερά σπασμένα

δρόμοι σκυφτοί αδιάβατοι καιροί
τέντωνε την απόσταση να φτάσει
να περάσει το κατώφλι ο πνιγμένος
στέγη στενή
ανάσαινε το δώμα να ψηλώσει
να χωρέσει το θαμμένο χώμα της αυλής

χαμένοι ποταμοί

μάζευε τους ίσκιους της κοντά
στόλιζε χόρτο το κορμί της να τ’ ανάψει
να κάψει πάνω της θολό το νερό λειωμένο

στεχνός αχός
τόση πλημμύρα ακούστηκε
κι έσταξε μόνο στάχτη



Η ΑΠΟΤΕΦΡΩΣΗ της λίμνης
αφυδάτωσε τον αέρα και τον άδειασε

τώρα που ρίξανε τους ουρανούς
που στερέψαν
τους παλιούς ανθρώπους του νερού
τώρα που κάψανε και σκόρπισαν
χαμένους τους ανέμους
ακούγονται κάτω να σπαράσσουν
τα όσα θαμμένα σώθηκαν
αυτά που μόνο βρέθηκαν

τα οστά και το αλάτι



Η ΕΠΑΡΚΕΙΑ της παλίρροιας
ότι ακόμα απομένει
ακουμπά στο διάβα του ελάχιστου λευκού
για την απόδειξη της καθαρότητας σαν ησυχία

σαν αγωνία, σαν παλίρροια πυρετού
η πληρότητα υπομένει την πλημμύρα
όταν αδειάζει η θάλασσα την ώρα
όταν η μνήμη τ’ ουρανού στερεύει
και ο κόπος εξαντλείται στην αλμύρα




Άντης Ιωαννίδης






Τρίτη 17 Μαρτίου 2015

Μία νέα γεωμετρία




Κάποτε ανέλαβα μίαν αποστολή.
Να ταξιδέψω μέχρι την άκρια της πόλης.
Να βρω τι κρύβεται εκεί, στου ορίζοντά μου το τελείωμα.
Να ανακαλύψω μια νέα γεωμετρία.
Τα εμπόδια υπήρξανε πολλά.
Όχι, δεν ήταν μια εύκολη διαδρομή.
Ίσως και να έφταιξα εγώ, που διάλεξα την πιο ανασφαλή πορεία.
Οι πειρασμοί ατέλειωτοι.
Κι από όλους τους, ίσως ο πιο επικίνδυνος, εκείνος της απώλειας.
Όχι, δεν είναι που φοβήθηκα μήπως θελήσω τον δρόμο μου να χάσω.
Τον δρόμο αυτόν μόνος μου τον σχεδίασα.
Και είχα φροντίσει, ευτυχώς, το σχέδιο να το αποστηθίσω.
Και να ήθελα να τον απαρνηθώ, ήτανε πρακτικώς αδύνατο.
Και έτσι, κάποια στιγμή κατόρθωσα στον στόχο μου να φτάσω.
Μην με ρωτήσεις πόσος χρόνος χρειάστηκε για αυτό.
Έτσι κι αλλιώς, δεν έχουμε κοινές μονάδες μέτρησης - δεν θα με καταλάβεις.
Το θέμα είναι ότι έφτασα.
Έφτασα έξω από το σπίτι σου.
Ναι, εσύ είσαι το θέμα.
Μην μπεις στον κόπο να κατέβεις ως την είσοδο – δεν έχω κάτι να σου πω.
Και μόνο που έφτασα ως εδώ, και μόνο που σε ανακάλυψα, φτάνει και περισσεύει.
Δεν έχω να αποδείξω τίποτα – δεν ήρθα να σε πείσω.
Δεν έχω ανάγκη από επιχειρήματα.
Εγώ είμαι το επιχείρημα.


Γιάννης Αντάμης

(απόσπασμα από το βιβλίο του "Geometropolis", Dreamtigers, Νοέμβριος 2014) 

Αυτό και άλλα του βιβλία μπορείτε να βρείτε στο http://dreamtigers.gr/





Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

Περί συναντήσεων




Η ΓΕΦΥΡΑ

Κανένας μας δεν ήξερε
αν η γέφυρα είχε γκρεμιστεί
ή αν είχε μείνει μισοτελειωμένη.
Κι εμείς και οι απέναντι
φτάνουμε ώς τις κομμένες άκρες της
να κοιταχτούμε από μακριά
να κοιτάξουμε την άβυσσο.
Δίχως αγγίγματα, 
δίχως περιπτύξεις
συναντιόμαστε με τη μνήμη.




ΒΟΡΙΝΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ

Συναντιόμαστε σαν τα παγόβουνα,
όχι επειδή έχουμε πια παγώσει,
αλλά γιατί από τα όσα δείχνουμε
κρύβουμε ακόμα περισσότερα
κάτω από την επιφάνεια του νερού.




ΣΥΝΤΑΝΤΗΣΗ

Συναντηθήκαμε ισότιμοι κι απλοί
κυρίαρχος ή σκλάβος δεν υπήρξε.
Όλα έγιναν με τέλεια συντομία
ώσπου ξανατραβήξαμε τους χωριστούς μας δρόμους.
Σαν στιγμιαίο όνειρο της μέρας
που θα συναντηθούν
ο άντρας κι η γυναίκα.



Η ΠΡΟΒΛΕΨΗ

Όλα έγιναν ακριβώς όπως τα πρόβλεψα.
Συναντηθήκαμε σαν ξένοι.

Ίσως να γίναν όλα έτσι
επειδή τα πρόβλεψα.



Τίτος Πατρίκιος






Πέμπτη 12 Μαρτίου 2015

Το μυστικό του ξύλου






(απόσπασμα από την ταινία "Fugitive Pieces" του Jeremy Podeswa, 2007)





Τρίτη 10 Μαρτίου 2015

Οδηγός ευτυχίας

από εκείνον για εκείνον, δάσκαλε









(απόσπασμα από την ταινία "The Tree of Life" του Terrence Malick, 2011)





Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Κάποιοι σε είπανε ζωή




Τυφλοί προφήτες σε είχανε
φωτιά μεσ' στο σκοτάδι
για σένα κόλαστήκανε
σοφοί και ασκητές

Στο στήθος τους σε χάραξαν
παράδεισου σημάδι
και σου μιλούσανε κρυφά
Άραβες πειρατές

Κάποιοι σε είπανε ζωή
Ιερουσαλήμ και Μέκκα
κι άλλοι σε είπαν θάνατο
κι εγώ απλά γυναίκα

Στην Αίγυπτο σου στρώσανε
στα πόδια σου τον Νείλο
σου είπαν λόγια που θεοί
μονάχα τα ακούν

Οι Φοίνικες σε λάτρεψαν
σε πέτρα και σε ξύλο
κι από μακριά σου φέρανε
κοράλλια που μιλούν


Μπάμπης Αναγιωτός


(το τραγούδι με τίτλο Γυναίκα ανήκει στο δίσκο "Του έρωτα το φως", Ακτή, 2000)





(μουσική: Βάσος Αργυρίδης, ερμηνεία: Κώστας Μακεδόνας)



Παρασκευή 6 Μαρτίου 2015

Υπέρ ή κατά;




ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Κι ὄχι αὐταπάτες προπαντός.
Τὸ πολὺ πολὺ νὰ τοὺς ἐκλάβεις σὰ δυὸ θαμποὺς
προβολεῖς μὲς στὴν ὁμίχλη
Σὰν ἕνα δελτάριο σὲ φίλους ποὺ λείπουν
μὲ τὴ μοναδικὴ λέξη: ζῶ.

«Γιατὶ» ὅπως πολὺ σωστὰ εἶπε κάποτε κι ὁ φίλος μου ὁ Τίτος,
«κανένας στίχος σήμερα δὲν κινητοποιεῖ τὶς μᾶζες
κανένας στίχος σήμερα δὲν ἀνατρέπει καθεστῶτα.»

Ἔστω.
Ἀνάπηρος, δεῖξε τὰ χέρια σου. Κρῖνε γιὰ νὰ κριθεῖς.



Η ΑΠΟΦΑΣΗ

Εἶστε ὑπὲρ ἢ κατά;
Ἔστω ἀπαντεῖστε μ᾿ ἕνα ναὶ ἢ μ᾿ ἕνα ὄχι.
Τὸ ἔχετε τὸ πρόβλημα σκεφτεῖ
Πιστεύω ἀσφαλῶς πὼς σᾶς βασάνισε
Τὰ πάντα βασανίζουν στὴ ζωὴ
Παιδιὰ γυναῖκες ἔντομα
Βλαβερὰ φυτὰ χαμένες ὦρες
Δύσκολα πάθη χαλασμένα δόντια
Μέτρια φίλμς. Κι αὐτὸ σᾶς βασάνισε ἀσφαλῶς.
Μιλᾶτε ὑπεύθυνα λοιπόν. Ἔστω μὲ ναὶ ἢ ὄχι.
Σὲ σᾶς ἀνήκει ἡ ἀπόφαση.
Δὲ σᾶς ζητοῦμε πιὰ νὰ πάψετε
Τὶς ἀσχολίες σας νὰ διακόψετε τὴ ζωή σας
Τὶς προσφιλεῖς ἐφημερίδες σας· τὶς συζητήσεις
Στὸ κουρεῖο· τὶς Κυριακές σας στὰ γήπεδα.
Μιὰ λέξη μόνο. Ἐμπρὸς λοιπόν:
Εἶστε ὑπὲρ ἢ κατά;
Σκεφθεῖτε το καλά. Θὰ περιμένω.


ΕΠΙΤΥΜΒΙΟΝ

Πέθανες- κι ἔγινες καὶ σύ: ὁ καλός,
Ὁ λαμπρὸς ἄνθρωπος, ὁ οἰκογενειάρχης, ὁ πατριώτης.
Τριάντα ἕξη στέφανα σὲ συνοδέψανε, τρεῖς λόγοι ἀντιπροέδρων,
Ἑφτὰ ψηφίσματα γιὰ τὶς ὑπέροχες ὑπηρεσίες ποὺ προσέφερες.

Ἄ, ρὲ Λαυρέντη, ἐγὼ ποὺ μόνο τὄξερα τί κάθαρμα ἤσουν,
Τί κάλπικος παρᾶς, μιὰ ὁλόκληρη ζωὴ μέσα στὸ ψέμα
Κοιμοῦ ἐν εἰρήνῃ, δὲν θὰ ῾ρθῶ τὴν ἡσυχία σου νὰ ταράξω.

(Ἐγώ, μιὰ ὁλόκληρη ζωὴ μὲς στὴ σιωπὴ θὰ τὴν ἐξαγοράσω
Πολὺ ἀκριβὰ κι ὄχι μὲ τίμημα τὸ θλιβερό σου τὸ σαρκίο.)

Κοιμοῦ ἐν εἰρήνῃ. Ὡς ἤσουν πάντα στὴ ζωή: ὁ καλός,
Ὁ λαμπρὸς ἄνθρωπος, ὁ οἰκογενειάρχης, ὁ πατριώτης.

Δὲ θά ῾σαι ὁ πρῶτος οὔτε δὰ κι ὁ τελευταῖος.



ΣΤ᾿ ΑΣΤΕΙΑ ΠΑΙΖΑΜΕ!

Δὲ χάσαμε μόνο τὸν τιποτένιο μισθό μας
Μέσα στὴ μέθη τοῦ παιχνιδιοῦ σᾶς δώσαμε καὶ τὶς γυναῖκες μας
Τὰ πιὸ ἀκριβὰ ἐνθύμια ποὺ μέσα στὴν κάσα κρύβαμε
Στὸ τέλος τὸ ἴδιο τὸ σπίτι μας μὲ ὅλα τὰ ὑπάρχοντα.

Νύχτες ἀτέλειωτες παίζαμε, μακριὰ ἀπ᾿ τὸ φῶς τῆς ἡμέρας
Μήπως πέρασαν χρόνια; σαπίσαν τὰ φύλλα τοῦ ἡμεροδείχτη
Δὲ βγάλαμε ποτὲ καλὸ χαρτί, χάναμε· χάναμε ὁλοένα
Πῶς θὰ φύγουμε τώρα; ποῦ θὰ πᾶμε; ποιὸς θὰ μᾶς δεχτεῖ;

Δῶστε μας πίσω τὰ χρόνια μας δῶστε μας πίσω τὰ χαρτιά μας
Κλέφτες!
Στὰ ψέματα παίζαμε!


Μανόλης Αναγνωστάκης





Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

Γκρίζα




Κυττάζοντας ένα οπάλλιο μισό γκρίζο
θυμήθηκα δυο ωραία γκρίζα μάτια
που είδα· θά 'ναι είκοσι χρόνια πρίν...

Για έναν μήνα αγαπηθήκαμε.
Έπειτα έφυγε, θαρρώ στην Σμύρνη,
για να εργασθεί εκεί, και πια δεν ιδωθήκαμε.

Θ’ ασχήμισαν — αν ζει — τα γκρίζα μάτια·
θα χάλασε τ’ ωραίο πρόσωπο.

Μνήμη μου, φύλαξέ τα συ ως ήσαν.
Και, μνήμη, ό,τι μπορείς από τον έρωτά μου αυτόν,
ό,τι μπορείς φέρε με πίσω απόψι.


Κωνσταντίνος Καβάφης


(ποίημα από το βιβλίο "Από τα Ποιήματα 1897-1933", Ίκαρος 1984)


http://www.kavafis.gr/lections/content.asp?id=139&author_id=

(διαβάζει ο Μίμης Σουλιώτης)



(μουσική: Χρήστος Νικολόπουλος)

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2015

Επιστολή-λίβελος σε μένα




Θα γράψω για σένα, τώρα, την πιο ευάλωτη ώρα, να με ξεμπροστιάσω σ' όλους. Ενώ εσύ πεθαίνεις, εγώ ακούω τις μουσικές μου, περιμένω τα άνθη της άνοιξης, τρώω όλο το φαΐ μου, κοιμάμαι ελαφριά τη καρδία και το πρωί παίρνω τα χάπια μου να επαυξήσω τα χρόνια μου. Μήπως τα κλέβω από σένα; Μαζεύω λεφτά να αγοράσω κινητό, μα όσο καινούρια κι αν θα 'ναι η νέα μου συσκευή δε θα μπορώ να μιλώ μαζί σου. Χτίζω όνειρα φυγής για ένα καλύτερο μέλλον, παίρνοντας στενοχωρημένες εκφράσεις να με λυπούνται και να λένε, ωχ η ψυχή της πονά και αχ το παιδί έχει βάσανα. Παρακαλώ θεούς να έχω τύχη σε έρωτες, σπουδές, δουλειά, εμφάνιση, όμως εσύ δεν θα δεις ξανά τον άντρα και τα παιδιά σου, δεν θα διαβάσεις άλλο βιβλίο, στη δουλειά σου δεν θα ξαναπάς, τα μαλλιά σου έπεσαν, τα μάτια σου μαύρισαν και έχεις κάτι παράξενα πρηξίματα, Δεν είσαι εσύ. Μα ούτε εγώ είμαι εγώ, γιατί αν ήμουν, θα ΄μουν δίπλα σου, τώρα, στην ώρα της ανάγκης. Θα 'λεγα "Θεέ μου μοίρασε τα χρόνια μου να ζήσουμε κι οι δυο". Όμως όχι, πεισματικά ακόμη και αυτήν την ύστατη στιγμή ούτε καν δάκρυα. Παραμένω πιστό σκυλί στον εαυτούλη μου. Δεν με πουλώ για τίποτα. Μη σου πω πως σκέφτομαι ότι η ώρα πέρασε και πρέπει να πάω για ύπνο αφού πρέπει να σηκωθώ νωρίς. Δε θα σου πω συγγνώμη γιατί ξέρω πως θα χαθείς. Θα σου πω πως ποτέ δεν ξέρεις ποια θα φύγει πρώτη. Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι, ποια πρώτη, εσύ ή εγώ;


Ερασιτέχνης Άνθρωπος