Πώς γίναμε έτσι πάλι απόψε ρε γαμώτο, κώλος, ποιος φταίει πού φλυαρώ συνέχεια, πού δεν μπορώ να πάρω τα πόδια μου, πού δεν έχω κέφι, πού δεν αντέχω το φως, πού δεν μπορώ να γράψω μια γραμμή πού να μ΄ αρέσει, εσύ φταίς, με κάνεις και παγώνω, προκαλείς τον εγωισμό μου, γεμίζεις τα μάτια μου δάκρυα, εσύ φταίς για όλα, εσύ, εγώ δεν φταίω σε τίποτα.
Πόσες φορές πρέπει να σου πω ότι this will never come again, πόσες φορές πρέπει να γράψω στον καθρέφτη με κραγιόν τη λέξη τέλος, πόσα τσιγάρα πρέπει να ανάψω ακόμα ανάποδα, πόσες φορές θα βρίσουμε ακόμα ο ένας τον άλλον, αφού κατά βάθος αγαπιόμαστε, αφού το ξέρεις, αφού κρυώνεις, αφού οι παλιές αγάπες πάνε στον Παράδεισο, γιατί δεν πάμε, γιατί τα χάνεις, hasta siempre, χάσαμε το μπούσουλα, κρίμα, κρίμα, καλά, δεν σου ‘μαθε τίποτα ο Νικολαίδης; η σκηνή απ΄ το μάθημα τής ανατομίας; δεν σου ‘μεινε τίποτα απ΄ αυτά πού σου ‘λεγα μέχρι χθες; δεν έμαθες ακόμα ότι αγάπη και μίσος είναι δύο όψεις τού ίδιου νομίσματος; Μήπως έχουμε χωρίσει και δεν το ξέρουμε; Πόσες φορές πρέπει να ακούσω ακόμα το dust in the wind για να ξημερώσει; Αξημέρωτη νύχτα η ζωή, αξημέρωτο κι αυτό το τραγούδι των Kansas, με παίρνει συνεχώς από κάτω κι εγώ συνεχίζω να το βάζω συνέχεια για να μου θυμίζει εσένα, οι χορδές τού βιολιού σπάνε τις δικές μου, κάνουν κομμάτια τις ισορροπίες μου, τι ψάχνω άραγε να βρω; να δω; να πω; γιατί τα γράφω όλα αυτά σήμερα; γιατί είναι winter time και ακούω Steve Miller; γιατί θα είσαι πάντα η μικρή μου Αngie και everywhere i look i see your eyes; γιατί no one like you όπως λένε οι Scorpions; γιατί είναι νύχτα και η νύχτα είναι κακός σύμβουλος; σε ποιους πράγματι απευθύνονται; σε πρώην αριστεριστές, νυν αναγνώστες τού Βήματος και τής Κυριακάτικης Καθημερινής; σε μέλη τής επιτροπής για την σωτηρία τής πόλης; σε διανοούμενους πού αποβλήθηκαν απ΄ τις ακαδημίες γιατί ήταν λέει τρελοί; σε οπαδούς τής ροκ πού αποπειράθηκαν εφτά φορές να αυτοκτονήσουν; σε θαμώνες καλλιτεχνικών καφενείων; σε φανατικούς θεατές ταινιών τού Βέντερς; σε θλιμμένους ακροατές τού Rock FM; σε σένα; ποιος παίζει σ΄ αυτό το έργο; τι έργο είναι αυτό; είναι πρόζα ή ποίηση; ή μήπως είναι μουσική τού δρόμου, χειμωνιάτικη ιστορία, ελεγειακό ποίημα, χρονικό για το ροκ τής χαμένης μας αθωότητας; θα μελοποιηθεί απ΄ τον Keith Jarrett και θα κυκλοφορήσει στην ECM; ή θα γίνει ταινία πού το soundtrack της θα μείνει δέκα εβδομάδες στο νούμερο 1; θα πάρει χρυσό αγαλματάκι στις Κάννες; θα μεταφραστεί στα Ισπανικά; υπάρχει σκηνοθέτης να την γυρίσει ή πρέπει να βρω τον Αλμοδοβάρ; πλοκή; συγκεκριμένα πλάνα; κάστ ηθοποιών; ποιος κάνει κουμάντο εδώ ρε γαμώτο; να ειδοποιηθούν αμέσως οι αρχές, άσε, αύριο, αύριο κιόλας θα αλλάξω την διανομή, θα κάνω οντισιόν, ακροάσεις και τέτοια, θα είμαι ήρεμος, θα διαλέξω τις καλύτερες, θα τις κρίνω αυστηρά και με προσοχή, αντικειμενικά, όλες θα τις παίζεις εσύ, όλες, εντάξει μωρέ, ανακωχή, προσωρινή παύση εχθροπραξιών λευκή πετσέτα πώς το λένε, έλα, πάρε τσιγάρο, πάρε, εγώ θα πάρω πάλι τ΄ αρχίδια μου.
Σταύρος Σταυρόπουλος
(απόσπασμα από το βιβλίο του, Το ροκ που παίζουν τα μάτια σου, Απόπειρα, 2002, 2004)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου