πώς τάχα δεν τον κυνηγάνε τα σκυλιά
πώς το ποδάρι του δεν είναι πια στο δόκανο
πώς έχει πια, ελεύθερος ερήμου
μπουχτίσει το νερό
πώς έγινε
-δήθεν για ν’ αναθρέψει πάλι-
και τα νοστάλγησε όλ’ αυτά
-σκυλιά και δόκανα και δίψες-
υπαρκτά
μεγάλη ελπίδα να το νοσταλγείς
ένα μαρτύριο ενώ δεν έχει λήξει.
Γιάννης Βαρβέρης
(ποίημα από τη συλλογή «Στα ξένα», Κέδρος, 2001)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου