Κάτω εἰς τό δάπεδον, τό ἱερόν δάπεδον τοῦ Ἀρχαίου Θεάτρου τῶν Φιλίππων, τοῦ εὑρισκομένου εἰς τό ἥμισυ τοῦ δρόμου, μεταξύ τῆς θείας Ἕλλης, τῆς ἐν Καβάλᾳ, καί τῆς ἐν Δράμᾳ ἑτέρας θείας μου Ἑλένης, θα κεῖται ἀπαστράπτουσα μηχανή τελευταίας τεχνολογίας, μέ πολλά κομβία καί ἀναβοσβηνούσας πολυχρώμους λυχνίας, ὀνόματι «Κυκλωτικός Σταθμός», ἀγγλιστί: «Λούπ Στέσιον». Τό μηχάνημα δέ τοῦτο τό ἐξαίσιον, ἐπί τό λαϊκότερον καί εἰς τήν χονδροειδῆ και συχνά κακόηχον γλῶσσαν τῶν μουσικῶν, τῶν ἀσώτων αὐτῶν γυρολόγων πού κατατρώγουσιν τό βιός αὐτῶν μέ τάς ἁπανταχοῦ Φρύνας και Λαΐδας, ὀνομάζεται "λουπαδόρος". Ἕκαστον τῶν ἐπί σκηνῆς εὑρισκομένων μουσικῶν ὀργάνων (ἠλεκτρική κιθάρα μάρκας Γίβσον, ἠλεκτρικόν βαθύχορδον μάρκας Φένδερ, ἠλεκτρονικά κύμβαλα μάρκας Κόργ, αὐλοί διαφορετικῶν μεγεθῶν, ξυλόφωνον, μεταλλόφωνον), θά συνδέηται μετά τοῦ λουπαδόρου διά πολυπλοκάμου καλωδίου, τοποθετημένου ἐπιμελῶς κατά τήν ἑσπέραν ὑπό τοῦ ἀρβανίτου εὐπατρίδου Βασιλείου Δρούγκα, ἠχολήπτου.
Καθ' ὅν χρόνον ἡ Μαρία Φαραντούρη θά ἀναγινώσκῃ στεντορίως καί μεγαλοπρεπῶς τά δύο τελευταῖα τῶν κεφαλαίων τῆς Φόνισσας, ὁ γράφων, ὁ ἐπιεικῶς μέτριος εἰς τήν ἀπόδοσιν ἑκάστου ὀργάνου, πλήν εὐτυχῶς δεινός εἰς τήν ἀπόκρυψιν τῶν ἀτελειῶν καί ἐλλείψεών του, θά ἐπιχειρήσῃ, ἐνῶ τά δάκτυλα θά ἐρεθίζουν τάς χορδάς, τά δέρματα, τά ξύλα καί τά μέταλλα, ὅπως οἱ πόδες αὐτοῦ, ἐν εἴδει παγανιστικοῦ χοροῦ ἤ πυροβασίας, πιέζωσιν ταυτοχρόνως τό πλῆθος τῶν κομβίων τοῦ δαιμονικοῦ προαναφερθέντος μηχανήματος, τό ὁποῖον θά ἠχογραφῇ καί θά ἀναπαράγῃ τάς μουσικάς αὐτοῦ φράσεις. Ἐάν δέ, παρ' ἐλπίδα, συναισθανθῇ τήν αὐτοῦ ἀνεπάρκειαν, θά ζητήσῃ τήν συνδρομήν καί ἑτέρων, πλέον κατηρτισμένων, καίτοι χαμηλότερον ἀμειβομένων μουσικῶν.
Ἐπί τῶν ἐπαναλήψεων τῶν μόλις ἠχογραφηθέντων ἤχων θά προστίθενται ἤ θά ἀφαιροῦνται κ' ἄλλοι. Ἡ ἀλληλοσυγχώνευσις τῶν χροιῶν, ἡ αὐξομείωσις τῶν ἐντάσεων, ἡ ἐναλλαγή τῶν ρυθμῶν, ἡ ἁρμονική ἀνάπτυξις, καθώς καί ἡ ἀπαραίτητος παρουσία τῶν ὤτων μας, ἐλπίζομεν ὃπως ἀνασύρωσιν τελικῶς τό μουσικόν ἔργον ἐκ τοῦ μή ὄντος εἰς τό εἶναι.
Βεβαίως, τό κείμενον τοῦ Σκιαθίτου γέροντος οὐδεμίαν ἀνάγκην μελοποιήσεως ἔχει, καθ' ὅτι μουσικότατον καθ' ἑαυτό. Πιθανόν, λοιπόν, ἡ ὅλη ὑπόθεσις νά ἀποτελῇ αὐθαιρεσίαν! Ἐρωτηθείς, βεβαίως, ὁ μουσικός διά τήν ἀνάγκην ὑπάρξεως τοῦ ἐν λόγῳ ἐγχειρήματος, θά ἠμποροῦσεν εὐκόλως νά ὑπεκφύγῃ, λέγων πώς ὁ ἐνθουσιασμός τοῦ ἔχοντος τήν ἰδέαν, Θεοδωρῆ Γκόνη, ἦτο τόσον ὁρμητικός, ὥστε συμπαρέσυρεν τόν ἂμοιρον τροβαδοῦρον, καί νά τόν συγχωρῆτε. Εἰς τήν περίπτωσιν ὃμως πού, μέ κίνδυνον νά ἀπογοητεύσῃ, ὁ λαοπρόβλητος βάρδος ἀποφασίσῃ ὃπως ἀπολογηθῇ εἰλικρινῶς, ἓν μόνον ἠμπορεῖ νά ἀπαντήσῃ: ὁ καλλιτέχνης, ὡς ἂλλος παπαδιαμαντικός Φιλάρετος, ἐνδιαφέρεται ἀποκλειστικῶς ἵνα εὐχαριστήσῃ τόν ἴδιον τον ἑαυτόν του καί δέν τόν μέλλει διά τούς ἂλλους. Ἡ (φεῦ! ἀβεβαία) συνέχεια τῆς λαμπρᾶς πορείας του, ἐξαρτᾶται εἰς μέγιστον βαθμόν ἀπό τό κέφι, καί τό κέφι εἶναι αὐθαίρετον πρᾶγμα. Τό διατί ὑμεῖς, εἰς ἐποχήν ἀνεχείας, ὅπου τήν πλιατσικολογίαν διαδέχεται ἡ φορολογία, πληρώνετε εἰσιτήριον ἵνα παρακολουθήσητε τήν διαδικασίαν, εἶναι ἰδικόν σας ζήτημα καί δέν μοῦ πέφτει λόγος.
Λαμβάνων ἀνά χείρας τό ἕν ὂργανον μετά τό ἂλλο, πατῶν ἐπί τοῦ πλήθους τῶν κομβίων καί ἀκούων προσεκτικῶς τήν σεβασμίαν, βαθύφωνον ἀναγνώστριαν, ὁ νοῦς μου ὁπωσδήποτε θά παλινδρομῇ εἰς τό ἥμισυ τοῦ δρόμου μεταξύ τῆς θείας ὡραιότητος τοῦ λόγου καί τῆς ἀπευκταίας, καίτοι οὐδόλως ἀμυδρᾶς, πιθανότητος τό ὅλον ἐγχείρημα νά ἀποβῇ καταστροφικόν.
Μετά τιμῆς,
Ἀλκίνοος Ἰωαννίδης
Στο βίντεο που ακολουθεί ο Αλκίνοος Ιωαννίδης παρουσιάζει στο Loop Festival της Λευκωσίας τη μουσική που έγραψε πάνω στα δύο τελευταία κεφάλαια της «Φόνισσας» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Το εγχείρημα αυτό πρωτοπαρουσιάστηκε με την Μαρία Φαραντούρη στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων, το καλοκαίρι του 2011, με αφορμή τα 100 χρόνια από το θάνατο του λογοτέχνη. Για αυτήν την συναυλία γράφτηκε και το πιο πάνω κείμενο. Στο Loop Festival, το κείμενο διάβασε η ηθοποιός και τραγουδίστρια Στέλλα Φυρογένη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου